Και ενώ όλοι θα περιμέναμε να ακούσουμε το αυτονόητο:
«και γω σ΄ αγαπώ»,
ούτος ο ουτιδανός της είπε τα εξής:
απόκλιση από τον κεντρικό γλωσσικό άξονα
που την κουβαλάει.
Και εγγράφεται στον αέρα γύρω μας, και σ΄αυτούς
τους τέσσερις ξεφτισμένους τοίχους, με δύο τρόπους.»
σαφέστερος; Είχα βγεί κιόλας χτες...δεν κοιμήθηκα και
καλά... θα σου ήμουν ευγνώνων αν με βοηθούσες»,
του είπε τότε αυτή.
(κι αυτό ισχύει για όλους μας).
Μπορεί να ναι μια «δυνατότητα» , ή μια «ανάγκη».
τον ονειροπολείς, ως μια ακόμη δυνατότητα βίωσης.
Περιστρέφεσαι γύρω του χαριτωμένα και φιλήδονα
ως μια πολύχρωμη ,ευαίσθητη και ευτυχής πεταλούδα
του δάσους. Η οποία ζητάει για μια στιγμή,
στη ζωή του άλλου, το νόημα της δικής της μοίρας.
Και τούτο δεν είναι καθόλου κακό.
Διότι ουδείς μπορεί να υπάρχει ως «άτομο» έτσι γενικά…
Παρά μόνο στη σχέση του με τον άλλο.
Το δυσχερές όμως σε τούτη την περίπτωση είναι ότι,
χάνεσαι μέσα στην αφηρημένη χώρα των δυνατοτήτων.»
Εις τί ακριβώς συνίσταται;»
Τότε ο έρωτας γίνεται βίαιος και επιτακτικός…
Μας κυριεύει ακόμα και χωρίς να το θέλουμε.
Είναι τότε όταν απευθύνεσαι στον ερώντα
με τα λόγια του Μικελλάντζελο:
"Ποιος είναι αυτός που με σπρώχνει με τη βία προς εσένα;
Αλίμονο μου! Αλίμονο μου… Δεν είμαι ελεύθερος λοιπόν;"
Τότε ξυπνάει ολάκερη η ύπαρξη και κουβεντιάζει
με την ραχοκοκαλιά του άδυτου…
τότε κάθε αντίσταση είναι μάταιη.
Από την ένωση μας με τον άλλο εξαρτάται η ύπαρξη,
ή μη, του παντός. Τότε εύκολα και περήφανα μπορείς
να ομολογήσεις ότι εκμηδενίστηκες ιδανικά.
(αν η σύνδεση δεν επιτευχθεί). Αλλά και να επιτευχθεί,
πάλι εκμηδενίστηκες, υπό μια έννοια.
Τούτη είναι θαρρώ η «γνήσια» αγάπη. Και η επίτευξη της
μοιάζει να είναι η ύψιστη πλήρωση.
Το άσχημο βέβαια σ΄ αυτή την περίπτωση είναι ότι,
έρχεται σε αντίθεση με τις πεπερασμένες βιολογικές
δυνατότητες των ανθρώπων.»
(από τους ερωτευμένους) παρά μονό ως αιώνιος.
Και τότε προβάλει σκληρή η ανακολουθία.
Οι ερωτευμένοι υπόσχονται ο ένας στον άλλο αιώνια αγάπη,
αλλά οι ίδιοι είναι θνητοί.
Η ορμή των νερών του ποταμού τεράστια.
Η κοίτη του όμως τόσο μικρή.»
Βγαίνουμε ναυαγοί στην όχθη;
Ή χανόμαστε στη άβυσσο;»
Ότι έχουμε να κάνουμε το κάνουμε τη στιγμή
της μεγαλύτερης σφοδρότητας και της κορύφωσης.
Ως που να ξαναπέσουμε (αν ξαναπέσουμε)
στους μετρημένους ρυθμούς, και στην προηγούμενη ατονία.
Διαπιστώνοντας με σκληρό τρόπο πως, ευτυχώς ή δυστυχώς,
τίποτα δεν είναι αιώνιο.»
Εμείς σε ποια κατηγορία μπορούμε να υπαχθούμε;»
ότι ανήκουμε στη δεύτερη.»
5 σχόλια:
Την πέθανε την κοπέλα, αλλά το παραδέχτηκε!
Τρελαίνομαι για ιστορίες με happy ending!
Αυτή η "Διαλεκτική του Έρωτα" -ειδικά δια στόματος Μπ.- με τρελαίνει...
Με ανυπόκριτη χαρά (αλλά και μια μικρή ανησυχία) διαπιστώνω
πως γενικώς τρελαινόμαστε.
Εγώ ότι ήτανε να κάνω για την ύπαρξη, ή μη, του παντός, τό 'κανα!
Τώρα μπορώ να εκμμηδενίζομαι διαρκώς στην άβυσσο παρακαλώ, ως το τέλος;
Παρακαλώ, ελεύθερα.
Δημοσίευση σχολίου