Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007

"...ξυγγιγνομένη, φαύλα γεννά η ποιητική..."

Αγαπητό ηλεκτρονικό ημερολόγιο μου,
μέρες είναι τώρα που θέλω να σου εξομολογηθώ ότι
θα χαιρόμουν πολύ αν έκανες χαρακίρι.
Αν αποδεχόσουν , έστω και για μια στιγμή,
την λασπερή λίμνη της φλυαρίας, του κομφορμισμού
και της ξιπασιάς που σε συγκροτεί, θα αυτοενταφιαζόσουν
αμέσως. Τούτο όμως προϋποθέτει να διαθέτει κάποιος
το στοιχειώδες φιλότιμο.
Και ποιό ημερολόγιο έχασε το φιλότιμό του για να το βρεις εσύ.
Καιρό τώρα θέλω να σου εξομολογηθώ πόσο χαίρομαι
όταν εντός μου ανατέλλει ο βωμολόχος ήλιος,
αυτής της ανοικονόμητης υβριστικής μου ευφορίας.
Όταν μια ακατανίκητη δύναμη με καλεί να πω «εύγε»
σε κάθε γελοιότητα.
Να πω «μπράβο», σε κάθε ζωώδη αντίδραση.
Δυό φορές εύγε, σε κάθε έναν καταπτοημένο από το φορτίο
των ενοχών του. Δυό φορές «μπράβο», στη γλώσσα
που αυτοκαθαιρείται και αλλάζει αμφίεση
για να κάνει πλάκα. Όπως στο καρναβάλι.
Να δώσω συγχαρητήρια σε κάθε τραγελαφική κατάλυση,
κάθε βλοσυρής βεβαιότητας, κάθε τυχάρπαστου νοικοκύρη.
Να φωνάξω «ζήτω» στις βέβηλες, ακατάλυτες,
δίχως συγκρατημό, χθόνιες πηγές του κόσμου.
Οι οποίες αποενοχοποιούν όλες τις καταγγελμένες
απολαύσεις του βίου. Ζήτω σε κάθε μεθυσμένη μεταρσίωση.
Εύγε, στην πονηρή επιδεξιότητα, κάθε εξαναγκασμένου
στην καθημερινή αναζήτηση της ζωοτροφίας του,
που βγάζει την κιτρινισμένη του γλώσσα μέσα από τα σάπια
δόντιά του, σε κάθε ξιπασμένο λιγούρη του «ορθού και
ενδεδειγμένου δρόμου».
Θέλω ένα δωμάτιο με θέα στο νεκροταφείο.
Να βγάζω στο παραθύρι όλο τον μαύρο βόρβορο που διαθέτω,
τραγουδώντας στους νεκρούς το νόημα της ζωής.
Απαγγέλλοντας τους, όλη την φυσική και διάφανη αλητεία
της ανυπαρξίας.
Δίχως κλαψομούνικες κουβέντες, να διαλαλώ τον φαύλο
κομπασμό της πολυθρύλητης ευπρέπειας.
Με μαύρο κοστούμι και παπιγιόν, σαν Ιταλός ιδρωμένος τενόρος,
να ψέλνω κτηνωδώς, το ακατανόητο του κόσμου
και την ανθρώπινη βλακεία.
Αυτά, εν ολίγης, θα ΄θελα …αγαπητό μου ηλεκτρονικό ημερολόγιο.
Αλλά δεν προλαβαίνω. Με απορροφά η δουλειά.

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2007

Του χρόνου πλιότερο.

Μια βότκα από σταφύλι.
Ορδές ορθόδοξων ρώσων αλκοολικών
θα σφάζονταν για μια ματιά της.
Αρχιερατικά, το χέρι του καζανάρχη γραδάρει...
...καζαναρχεί, και δίνει ορμήνειες στα μανόμετρα.
Η "παράδοση" εδώ μεταδίδεται, από μεθύσι σε μεθύσι,
κι όχι όπως αλλού συνηθίζει, από στόμα σε στόμα.



Σε αντίθεση με την ξιπασιά των κοκτέηλ,
το σπάνιο τούτο φάρμακο,
δεν ανέχεται μύγα στο σπαθί του.
Ο γνωστός χοληστερηνομάχος, αναγομώνει.
Συρτός στα τρία...
...αργότερα στα τέσσερα.

πσσσσσσσσσσσ....


Οι λουλάδες και οι δεξαμενές ψύξης.
"Αν εμφανιζόταν μπροστά μου ο Μεφιστοφελής και μου πρότεινε
να μου ξαναδώσει αυτό που λέμε ανδρισμό, θα του έλεγα:
Όχι ευχαριστώ, δε θέλω. Δυνάμωσε όμως το συκώτι μου
και τους πνεύμονές μου, για να μπορώ να πίνω και να καπνίζω
περισσότερο". ( Λ. Μπονιουέλ)

Παρά την πένθιμη εσωτερικότητά του,
μέσα του πάλλεται η ψυχή της κοινότητας.
Μοντέρνες αδίστακτες γκάιντες.
Αν στα σφάλματα και τις εμπλοκές που προκαλεί το τσίπουρο
δεν κλείνουμε τα μάτια,
πόσο θα έπρεπε να τα γουρλώνουμε μπροστά στα μεγάλα
εγκλήματα;


Μετά από 10-12 ώρες κορυφώνεται η δραματουργία.
Οι ιδέες γίνονται πρόσωπα, που το καθένα έχει
μια ξεχωριστή ιστορία.
Έτσι ώστε δεν θυμίζουν σε τίποτα πια τον εαυτό τους.
Κυνηγάς με το βλέμμα να δεις την εικόνα του κόσμου,
που διαρκώς σου διαφεύγει. Εμ, τι περίμενες,
μετά από τόσο ρακί;
Παλεύεις να παρακολουθήσεις, εκ του σύνεγγυς,
την περιπέτεια της αυτοσυνειδησίας σου. Αλλά μάταια.
Εμ, τι περίμενες, η εσωτερική σου σωφρονιστική επαγρύπνηση
κοιμάται πλέον τον ύπνο του δικαίου.
Δεν γκρινιάζεις, δεν πλήττεις, δεν απαιτείς.
Αποτάσσεσαι κάθε πληροφορίας.
Το μόνο που θέλεις είναι η όσμωση, η ένωση με τα πράγματα.
Τούτες τις ώρες μόνο έτσι μπορείς να ενημερώνεσαι
για την πραγματικότητα .
Η οποία, ταλαίπωρη πραγματικότητα τείνει να λάβει
μια ονειρική υφή.
Λίγο αργότερα και εφιαλτική.
Αλλά τι τα θες; Γι αυτό πεθαίνεις... επειδή έζησες.
Οι αμήχανες καθημερινές στιγμές, ενώπιον του σφοδρού
κύματος της πολιτισμένης βαρβαρότητας, προς το παρόν
εξατμίστηκαν μέσα στο λουλά του καζανιού.
Ήταν τότε όταν τα καζάνια είχαν αρχίσει να κοχλάζουν...
Άντε Θανάση, του χρόνου πλιότερο.*
*πλιότερο: περισσότερο (λιτοχωρνή ντοπιολαλιά)

Τί να σου πω


"Τί να σου πω, τί να σου πω
αφού σου τα παν άλλοι
σ΄ άφησαν πόδια και ουρά
σου πήραν το κεφάλι."

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2007

Προδημοσίευση

... όσο έβραζε στην πυρά, το κατσαρολάκι του ίδιου σου του πάθους,
εσύ έριχνες κρυφές ματιές στις επιδέξιες λινκιές των ευ(βλογ)ημένων.
Ήταν τότε, όταν τα καζάνια είχαν ήδη αρχίσει να κοχλάζουν...
...το να σου αρέσει να κοιτάς τη φωτιά, είναι μια αναγκαία
αλλά όχι ικανή συνθήκη, για να γίνεις εμπρηστής...

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2007

Oυπςς......γλίστρησα ο αντιολισθητικός.


Άμα ο φωτογράφος αποσύρει την εμπιστοσύνη του
στις φωτογραφίες, και άμα διακόψει τη θέλησή του
να αποτυπώνει σε φωτοευαίσθητες επιφάνειες,
το μόνο που θα καταφέρει να αλλάξει
στην ατέλειωτη πορεία του φωτός, θα ναι η διατάραξη
μιας ελάχιστης «ποσότητας» από αυτό το φως.
Την ελάχιστη δηλαδή, ποσότητα που συγκροτεί
την προσωπική του «άλω».
Η λεπτή άλως που τον περιβάλει, ως έσχατο καταφύγιο,
θα αναβοσβήσει και θα τρεμοπαίξει σαν
πολυχρησιμοποιημένα γιορτινά φωτάκια.
Ίσως μάλιστα, αναρριγήσει και τρεμοπαίξει λίγο,
και η άλως, αυτών που έβλεπαν και απολάμβαναν
την φωτογραφική δουλειά του.
Πέραν αυτού του ελάχιστου… τίποτα.
Αυτό το ελάχιστο όμως, δεν είναι καθόλου λίγο.
Το φως βέβαια, σταθερό κι ακλόνητο, θα συνεχίσει να ρέει
σαν ανεκπλήρωτη μνημειώδης πρόκληση. Θα περνάει
αβαρές κι απροσδιόριστο, σαν μια εμπειρία έκτακτης
πραγματικότητας. Σαν μια χαμένη δυνατότητα που ευτυχώς
δεν τελειώνει ποτέ.
Σίγουρα όμως, αυτό το ελάχιστο , δεν είναι καθόλου λίγο.

Σκέφτεται, ενεργεί, (ο φωτογράφος ή ο βλόγερ,
ο μουσικός ή ο μπετατζής, ο ζωγράφος ή ο διηγηματογράφος),
και «ένα παμμέγιστο παλάτι από χρυσάφι εμφανίζεται
και λαμποκοπάει στα Ιμαλάϊα».
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα ανεξήγητο
και πομπώδες σ΄ αυτήν την «υλοποίηση».
Πρόκειται για απλή τρεχούμενη βούληση, που κινεί
τον νερόμυλο της έμπνευσης. Όποια κι αν είναι αυτή η έμπνευση.
Σύμφωνα με τους φυσικούς, και η πιο ταπεινή
και άγαρμπα σμιλεμμένη κροκάλα του νταμαριού,
έχει μέσα της το μυστικό της ατομικής ενέργειας.
Έτσι και η βούληση του βλόγερ κυλάει και κινεί τον προσωπικό
νερόμυλο της έμπνευσης του. Ιονίζει την άλω του…
της οποίας ο φωσφορισμός, είναι απ΄ τα λίγα «πράγματα»
που του ανήκουν στα αλήθεια.

Ψώνισμα, ματαιοδοξία, λογοακράτεια, εξομολόγηση,
αυτοψυχανάλυση, ψευδαίσθηση άρσης της μόνωσης,
επικοινωνία, επαφή, κατά συνθήκη ενημέρωση….;
Ποιός χέστης αποτελεσματολάγνος κυνικός αριστοκράτης,
θε να το πεί;

Πιο συχνά από ότι συνήθως (τελευταία), διαβάζοντας τα μπλόγκς,
μια θαμπή υποψία «αναρριγάει» τριγύρω,
και διαρκώς χώνει τη μύτη της παντού.
Σαν ενοχλητική αλογόμυγα στον κώλο του μουλαριού.
Με τραβάει απότομα από το μανίκι και διαλύει για λίγο,
την φωτεινή λεπτή μου «άλω».
Τσαλακώνει το σελοφάν του περιτυλίγματος μου.
Άντε ρε…, «ποστάρετε» ότι γουστάρετε, και για όσο σας αρέσει.
Ακόμα και σε περιόδους αγαμίας, μια πετυχημένη μαλακία ,
μπορεί να αποδειχθεί απείρως εποικοδομητικότερη
από έναν βάναυσο και σκαιό βιασμό.
Η μόνη πραγματικότητα που δεχόμαστε ως πραγματικότητα,
είναι ο λευκός καμβάς που μας περιμένει να «μουτζουρώσουμε»
επάνω του, οποιαδήποτε εικόνα επιθυμούμε.