Πόσο απερίσκεπτα την εκλιπαρούσε;
Πόσο τον έτρωγε τούτη η υπόθεση;
«Ζωή, παλουκώσου! Μείνε εδώ ακίνητη!» την διάταζε.
«Θα τελειώσω με τη δουλειά και θα πάμε για καφέ το απόγευμα» της έταζε μετά.
Την λάτρευε, την προστάτευε, την κρατούσε τρυφερά στα χέρια του,
την εκθείαζε στους άλλους…
Κι αυτήν αγέρωχη. Γλυκιά και τερατώδης. Υπέροχη ανάμεσα σ΄ όλες…
με απαλές γραμμές και μικρές μελωδικές πτυχώσεις.
Πιο θαμπός, αυτός, αγκυροβολημένος στην ράδα της…
Στην κοσμάρα της αυτή…
Άλλοτε πάλι, άγρια και κυματιστή, τυλιγόταν στα πέπλα του σκοταδιού της,
και του έφευγε για κάποιους μακρινούς ακατοίκητους αμμόλοφους.
«Αχ αυτή η σπατάλη της…» μονολογούσε εντός του.
Kαι την περίμενε να γυρίσει.
Αυτός ήταν του ακριβούς, του μετρίου και του ευσταθούς. Και ήθελε ελεγχόμενη απόσβεση των κραδασμών. Αυτήν… πότε ουράνια και πότε αβυσσαλέα, πότε δόξαζε και πότε ευτέλιζε οποιονδήποτε αιχμαλώτιζε στη ροή της.
Διάλεγε για τον εαυτό του, τον ρόλο του ενάρετου ακροατή,
και στη μουσική, και στον έρωτα. (Με γκρίζα μάτια και σκυφτό κεφάλι, παλιότερα.
Με γκρίζο κεφάλι και σκυφτά μάτια, τώρα…στα μισά)
Διάλεγε για τον εαυτό του, μια εκ περιτροπής εθελούσια αιχμαλωσία .
Τη μια στο νόημα και την άλλη στη φόρμα. Τη μια στη σάρκα και το κορμί,
την άλλη στο μυαλό και την ψυχή.
«…ζωή, παλουκώσου! Μείνε εδώ ακίνητη!» την διάταζε.
Πόσο απερίσκεπτα την εκλιπαρούσε;
Πόσο τον έτρωγε τούτη η υπόθεση της μοναδικής του ζωής;
Σάββατο 10 Μαΐου 2008
στα μισά...του έρωτα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Ελάτε, τώρα... Ξέρετε πως τίποτα δεν είναι πιο βαρετό από μιαν "ασάλευτη ζωή". Χίλιες φορές μια ζωή στα χαμένα, γεμάτη άχρηστα, παρά μια ζωή ακίνητη, βαλτωμένη. Ε?
Εσείς, Νίνα μου, καλά τα λέτε.
Πέστε τα όμως και στον ήρωα του ποστακίου.
Το χαβά του αυτός...
εδώ η διγαμία είναι επιβεβλημένη
Δημοσίευση σχολίου