Πάντα πίστευα ότι όταν οι άνθρωποι συνομιλούν, ασκούν μια εφαρμοσμένη τέχνη. Ο κάθε συνομιλητής ισορροπεί σαν τον ακροβάτη, και πέφτει μαζί με το κοινό του στο κενό. Οι συνδιαλεγόμενοι δίχως προστατευτικό δίχτυ, ασκούν μια μικρή εξέγερση έναντι όσων πραγμάτων υπάρχουν και τους περιβάλλουν, ή και όσων δεν υπάρχουν αλλά νομίζουν ότι υπάρχουν.
Εν γένει, τα πράγματα γύρω μας , συνηθίζουν να υπάρχουν επειδή γίνονται αντιληπτά.
Μερικές φορές όμως, υπάρχουν και για τον ακριβώς αντίστροφο λόγο. Υπάρχουν δηλαδή, (και μάλιστα με εκκωφαντικό τινά τρόπο) διότι κάποιος, κάποιοι ή όλοι, δυσκολεύονται ή αδυνατούν πλήρως να τα αντιληφθούν.
Παραδείγματος χάριν, δύο φίλοι δίπλα στις γραμμές του τρένου αντιλαμβάνονται το θόρυβο και το ωστικό κύμα και συζητούν με ενθουσιασμό για την αμαξοστοιχία που περνά και τους τραντάζει τα σπλάχνα, ενώ δύο ερωτευμένοι(;) στην ακρογιαλιά συζητούν με πάθος για τον έρωτα τους, επειδή ακριβώς αδυνατούν να τον εντοπίσουν.
Χωριζόμαστε, γενικά, σε δύο κατηγορίες. Σε εκείνους οι οποίοι από φυσική παρόρμηση τείνουν να διερευνούν και να συνδιαλέγονται για αυτά που υπάρχουν, (διότι τα αντιλαμβάνονται), και σε εκείνους που, ομοίως από φυσική έφεση, εννοούν να εξαντλούν όλο το χορηγηθέν πιστωτικό όριο του εγκεφαλικού τους φλοιού, συν-διαλεγόμενοι για την πανίσχυρη και εκκωφαντική ύπαρξη όσων αδυνατούν να εντοπίσουν και αντιληφθούν, πιθανότατα διότι δεν υπάρχουν.
(Υφίσταται βέβαια και μια τρίτη εξίσου εμπνευσμένη υποκατηγορία, αυτών οι οποίοι, μετερχόμενοι μια ιδιωτική διαλεκτική ειρωνεία έναντι των ηθών, αρνούνται να συνομιλήσουν για οτιδήποτε. Αλλά ετούτοι δεν μας απασχολούν προς στιγμήν.)
Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό που με σιγουριά μπορούμε να πούμε είναι ότι, κάθε διάλογος εφαρμόζεται σε ένα ανελέητα αφηρημένο γλωσσικό πεδίο, και η έκβαση του εξαρτάται από την ικανότητα του καθένα ξεχωριστά, και όλων μαζί, να συνομιλούν.
Ίσως δε, (αν και αποστρέφομαι τη βία) να μην υπήρξε ποτέ σαφέστερος και ευστοχότερος διάλογος από αυτόν που διεξήχθη με γροθιές και τσεκούρια. Αρκεί βέβαια , χάριν της σαφήνειάς του, στο τέλος πάντα να υπάρχει τουλάχιστον ένας νεκρός, ή τέλος πάντων ένας νικημένος. Ως έναν γενικό μπούσουλα διαλεκτικής μπορούμε να θέσουμε το εξής: αν διαθέτουμε την δέουσα «μεταφορική» ψυχραιμία,
είναι δυνατό να περισώζουμε κάθε φορά το «αξιοπρεπές» αποτέλεσμα του διαλόγου, του οποίου τύχαμε συμμέτοχοι και συνωμότες, δίχως να ναι αναγκαίοι οι νεκροί.
Πάλι όμως, εύλογα μπορούμε να αναρωτηθούμε, μα γιατί τόσο μεταφυσικό άχθος με
την «αξιοπρέπεια»; Σε τι ωφελεί το επίμονο κυνήγι μιας αναξιόπιστης αξιοπρέπειας;
Δεν θα εύρισκα καθόλου άστοχη την «αναρώτηση», εάν δεν είχα βάλει τον εαυτό μου σε ημερήσιο (ελαφρύ) προπονητικό πρόγραμμα εξάσκησης, πάνω στις έννοιες της διαφοράς και της ποικιλίας. Στην κατανόηση δηλαδή του ασύγκριτου εύρους των πιθανών κόσμων γύρω μας, οι οποίοι είναι αυτοί ακριβώς που δικαιολογούν και δικαιώνουν, την φροντίδα και την επιμέλεια για προσεκτική διαφύλαξη της αξιοπρέπειας ενός διαλόγου.
Τι να πώ; Ακόμα και αν πατάω ήδη στο έσχατο κατώφλι της προσωπικής μου ισορροπίας… ακόμα και αν έχει ραγίσει οριστικά και αμετάκλητα το κρύσταλλο κάθε πολύτιμης και θλιβερής βεβαιότητάς μου…
…το μόνο που μπορεί να δώσει ένα στοιχειώδες νόημα σε κάθε πιθανό και απίθανο κόσμο γύρω μου…σε κάθε υπαρκτή και ανύπαρκτη πολύχρωμη θάλασσα αντιλήψεων…
είναι η χαρά της εμπειρίας της έκτακτης πραγματικότητας των άλλων…είναι η χαρά της απέραντης ομορφιάς των άλλων. Του καθένα άλλου που στέκει αμήχανος στο έσχατο κατώφλι του, με το ραγισμένο κρυσταλλάκι του ανά χείρας.
Για κάθε, παλιό ή καινοφανές, διατυπωμένο ερώτημα Ηθικής Φιλοσοφίας, υπάρχει μια μικρούλα, ασθενής, και μονολεκτική απάντηση, η οποία όμως διαθέτει μακρά πνοή πλήρωσης: Οι Άλλοι.
Οι κάτωθι άλλοι:
Ο ένας (ηθικός τω τρόπω) είπε: « Δεν με ενδιαφέρει πως ακούγεται αυτό που λέω, με ενδιαφέρει τι εκφράζει»
Ο άλλος (υπαρξιακός τω ήθος) είπε: «Εμένα με ενδιαφέρει η «φόρμα» του,
το περιεχόμενο, αν υπάρχει τέτοιο, θα το βρω καθ΄ οδόν. Κι αν δεν το βρώ στ΄αρχίδια μου.»
Ο τρίτος ( μεστός τω πνεύμα) είπε: «Σύντροφοι, τη γαμήσαμε!»
Ο τέταρτος (αυτοκριτικός τω ύφος) είπε: «Τα παιδιά μου με συμβούλεψαν να πίνω λιγότερο, γιατί όταν πίνω λέω μαλακίες.»
Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
12 σχόλια:
Γεια σου Κωστή. Ήρθα να για σου μεταφέρω την έκτακτη χαρά μου και να νοιώσω απέραντα όμορφος. Κρατώ κι ένα ραγισμένο κρυσταλλάκι μα δε ξέρω που να το αφήσω.
καλό μήνα κάπα μπίτα
Noμίζω φίλτατε Κωστή και ο τρίτος αυτοκριτικός είναι.
hdd345f,
Ακούμπα το δω δα.θα το προσέχω.
κ.κ.μοίρης,
Καλό μήνα. Είθε η πρόνοια του Κυρίου ημών, ως το τέλος του μήνα,
να επαναφέρει τα πιστωτικά όρια των καρτών καναλωτικής πίστης στα επίπεδα του περσινού Νοεμβρίου.
δημήτρης ρ,
είσαι ανατριχιαστικά παρατηρητικός. :-)
Ενα χρόνο μετά, οι ίδιοι συνομιλητές, κάθονται στο ίδιο τραπέζι.
-"Δε μ' ενδιαφέρει τι εκφράζει αυτό που λέω, με ενδιαφέρει πως ακούγεται" λέει ο πρώτος που κατά έναν επιπλέον χρόνο σοφότερος κατέληξε οτι σκοπός της ομιλίας είναι η απόλαυση της μουσικότητάς της.
-"Εμένα με ενδιαφέρει η ανάδυση της σημασίας μέσα απ τη ρέουσα συντακτική δομή" είπε πικαρισμένος ο περσινός φορμαλιστής που αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί μπροστά στη φορμαλιστική ρελάνς του πρώτου.
-"Τα παιδιά μου είδαν κι απόειδαν και με παρακάλεσαν να πίνω περισσότερο. Ετσι τουλάχιστον πέφτω ξερός και δε λέω μαλακίες" είπε ο τέταρτος.
-"Σύντροφοι τη γαμήσαμε"
Κάθε χρόνο τα ίδια.
Κάθε χρόνο τα ίδια.
Σύντροφε,
(όπως πάντα μεστός τω λόγω)
μου θύμισες αυτό:
http://www.ubu.com/film/vienet_dialectics.html
καράμπα!!!
Τί ΄ναι τούτο σύντροφε;
"η κίτρινη κόλαση των λυσσασμένων καταστασιακών του κουνγκ φου";
Τελικά, τη γαμησαν;
:Ρ
Κι αν τη γάμησαν, εκείνη το πήρε χαμπάρι?
Αγαπητοί κύριοι nomad, hdd345f,
χαίρομε που επιτέλους κάποιοι με τα σχόλια τους, κινούνται σε πλαίσιο συναφές και ανάλογο με το κυρίως ειπείν ζήτημα που επιχείρησε να θέσει τούτο το ποστ.
Η μετριοπαθής οικουμενικότητα των ερωτημάτων, που τόσο εύστοχα θέσατε αμφότεροι, μου δείνει δύναμη να συνεχίσω με αφοσίωση στο δρόμο του επαναπροσδιορισμού των ζωτικών και απελευθερωτικών δυνατοτήτων της γαμημένης(;) της διαλεκτικής.
Δημοσίευση σχολίου